Κιουτάχεια

Κιουτάχεια
(Kütahya). Πόλη (168.045 κάτ. το 2002) της δυτικής Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (11.875 τ. χλμ., 656.903κάτ.). Βρίσκεται σε απόσταση 120 χλμ. ΝΑ της Προύσας και 55 χλμ. ΝΔ του Εσκί Σεχίρ. Είναι χτισμένη στους πρόποδες ενός υψηλού και απόκρημνου λόφου και περιβάλλεται από αρχαίο διπλό τείχος, όπου δεσπόζει ένα βυζαντινό φρούριο. Η σύχρονη Κ. οφείλει τη σπουδαιότητά της στη γεωγραφική της θέση και στη γονιμότητα του εδάφους της. Τα κυριότερα προϊόντα της είναι αλεύρι, ζάχαρη, καπνός και φυτικό λάδι. Η πόλη διαθέτει σιδηροδρομικό σταθμό και είναι οδικός κόμβος. Η περιοχή είναι πλούσια σε κοιτάσματα μαύρου γαιάνθρακα και μαγνησίτη. Ιστορία. Στην αρχαιότητα η Κ. ήταν γνωστή ως Κοτύαιον, από το όνομα μιας θρακικής θεάς, η οποία ονομαζόταν Κότυς ή Κοτυτώ και ταυτιζόταν με την Άρτεμη. Ο Στράβων την αναφέρει ως την κυριότερη πόλη της Επίκτητης Φρυγίας. Δυστυχώς, σώζονται ελάχιστα ίχνη της αρχαίας περιόδου. Από επιγραφή που ανακαλύφθηκε μέσα σε κρύπτη ναού συμπεραίνεται ότι έως το 1071 η Κ. ανήκε στο Βυζάντιο. Το 1085 ιδρύθηκε το κράτος των Σελτζούκων Τούρκων του Ικονίου, παράλληλα όμως δημιουργήθηκε και το τουρκικό κράτος του Κιερμάν με πρωτεύουσα την Κ. Το 1402, μετά τη μάχη της Άγκυρας, η πόλη κυριεύθηκε και λεηλατήθηκε από τον Ταμερλάνο και οι κάτοικοι οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο του Μογγόλου εισβολέα. Ανακτήθηκε από τον σουλτάνο Μουσά και από τότε υπάγεται στην Τουρκία. Στις 14 Μαΐου 1883 υπογράφηκε στην Κ., μεταξύ του αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μοχάμετ Άλι και της Υψηλής Πύλης, η συνθήκη της Κ., ως αποτέλεσμα της παρέμβασης της Γαλλίας, η οποία απείλησε ότι ο γαλλικός στόλος θα κατέπλεε στα αιγυπτιακά παράλια εάν ο Ιμπραήμ προχωρούσε στην Κωνσταντινούπολη. Γύρω από την Κ. δόθηκαν αποφασιστικές μάχες κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του ελληνικού στρατού εναντίον των δυνάμεων του Κεμάλ Ατατούρκ (1920-22). Την 1η Ιουλίου 1921 ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Κ., την οποία διατήρησε μέχρι τις 16 Αυγούστου 1922. Μετά τη μεγάλη επίθεση των κεμαλικών στρατευμάτων, η οποία έκρινε και την τύχη του πολέμου εκείνου, με την ήττα του ελληνικού στρατού, η Κ. εγκαταλείφθηκε. Πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923, στην Κ. κατοικούσαν περίπου 5.000 Έλληνες, σε σύνολο 32.000 κατοίκων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ …   Dictionary of Greek

  • μήνας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο Αιγύπτιος (Αίγυπτος 266 – Κοτύαιο 296). Γεννήθηκε από γονείς ειδωλολάτρες. Αρχικά υπηρέτησε ως στρατιώτης στα Ρουτιλιακά Νούμερα της Φρυγίας, νωρίς όμως εγκατέλειψε τον στρατό και αποσύρθηκε σε… …   Dictionary of Greek

  • μηνάς — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο Αιγύπτιος (Αίγυπτος 266 – Κοτύαιο 296). Γεννήθηκε από γονείς ειδωλολάτρες. Αρχικά υπηρέτησε ως στρατιώτης στα Ρουτιλιακά Νούμερα της Φρυγίας, νωρίς όμως εγκατέλειψε τον στρατό και αποσύρθηκε σε… …   Dictionary of Greek

  • Αλέξανδρος ο Κοτυαεύς — (2ος αι. μ.Χ.). Έλληνας γραμματικός. Καταγόταν από το Κοτυάειο της Φρυγίας (σημερινή Κιουτάχεια). Χάρη στη μεγάλη του μόρφωση και τη φιλολογική του δεινότητα απέκτησε φήμη στη Ρώμη, όπου και διετέλεσε δάσκαλος του κατοπινού αυτοκράτορα Μάρκου… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… …   Dictionary of Greek

  • Κοτύαιον — Ονομασία κατά την αρχαιότητα της σημερινής πόλης Κιουτάχειας στη Μικρά Ασία. Αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Φρυγίας. Η περιοχή παρουσίαζε δραστηριότητα ήδη από την τρίτη χιλιετία π.Χ. Ανήκε στο Βυζάντιο έως το 1080, έτος… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

  • Μοχάμετ Άλι — (Καβάλα 1769 – Αλεξάνδρεια 1849). Αντιβασιλιάς της Αιγύπτου, πατέρας του Ιμπραήμ. Γιος Τουρκαλβανού αγροφύλακα, υιοθετήθηκε από τον φρούραρχο της Καβάλας, ο οποίος και τον έστειλε στην Αίγυπτο, επικεφαλής σώματος Αλβανών, να πολεμήσει εναντίον… …   Dictionary of Greek

  • Ταρωνίτης — Επώνυμο οικογένειας του Βυζαντίου, που καταγόταν από τον ηγεμόνα των Αρμενίων Κρικόρ (Γρηγόριο). Ο Γρηγόριος, μετά την υποταγή του στον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ (886 912), εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Οι επιφανέστεροι από αυτούς είναι: 1.… …   Dictionary of Greek

  • Χαλέτ εφέντης — Τούρκος πολιτικός, ευνοούμενος και έμπιστος του σουλτάνου Μαχμούτ B’. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά τις πρώτες ημέρες της Ελληνικής Επανάστασης. Μπήκε από πολύ νέος στην υπηρεσία της Υψηλής Πύλης ως ιδιαίτερος γραμματέας του σφραγιδοφύλακα του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”